Μπορούμε πραγματικά να αντικαταστήσουμε το σογιάλευρο; Κάθε φορά που η τιμή του «εκτοξεύεται», ξεκινάνε οι ίδιες συζητήσεις. Το θέμα δεν είναι μόνο διατροφικό, αλλά υπάρχουν μεγάλα ζητήματα διαθεσιμότητας, κόστους και διαχείρισης.
Το σογιάλευρο αποτελεί την κύρια πηγή πρωτεϊνών για τη διατροφή των ζώων παγκόσμια. Η τιμή του έχει αρκετά μεγάλες διακυμάνσεις και αυτό επηρρεάζει δραματικά το κόστος διατροφής. Ο κτηνοτρόφος θα πρέπει να μην βασίζεται σε μια πρωτεϊνούχα ζωοτροφή και πάντα να έχει εναλλακτικό σχέδιο, ώστε να ανταπεξέρχεται σε περιόδους κρίσεων (διαθεσιμότητας, τιμής, κ.ά.).
Υπάρχουν αρκετές ζωοτροφές που μπορούν να αντικαταστήσουν το σογιάλευρο, είτε ένα ποσοστό του, είτε 100%. Η Ελλάδα παράγει μερικές από αυτές, ενώ οι περισσότερες είναι εισαγόμενες.
Βαμβακόπιτα
Είναι το υποπροϊόν από την επεξεργασία του βαμβακόσπορου για την παραγωγή λαδιού. Έχει περιεχόμενο 25% σε ολικές αζωτούχες ουσίες, ελαφρώς μεγαλύτερο περιεχόμενο σε λιπαρές ουσίες από τα άλλα υποπροϊόντα ελαιούχων σπόρων και παράγεται σε μεγάλες ποσότητες στην Ελλάδα. Έχει περιορισμούς στην χρήση του σε σιτηρέσια μηρυκαστικών, ειδικά αν θέλουμε να το συνδυάσουμε με άλλα υποπροϊόντα ελαιούχων σπόρων, ενώ δεν χρησιμοποιείται στα μονογαστρικά. Η τιμή του είναι αρκετά σταθερή τα τελευταία χρόνια.
Ο βαμβακόσπορος αυτούσιος, χωρίς την εξαγωγή λαδιού, επίσης χρησιμοποιείται ευρέως σε μονάδες αγελάδων γαλακτοπαραγωγής, έχει μικρότερο ποσοστό ολικών αζωτούχων ουσιών (23%), αλλά το υψηλό περιεχόμενο του σε λιπαρές ουσίες (17%), προσφέρει και υψηλότερη ενέργεια στα διατρεφόμενα ζώα. Υπόκειται στους περιορισμούς που αναφέρθηκαν στη βαμβακόπιτα.
Ηλιάλευρο
Το ηλιάλευρο είναι το υποπροϊόν από την επεξεργασία των ηλιόσπορων για παραγωγή λαδιού. Ανάλογα με τον τρόπο παραγωγής του, υπάρχουν διαφορετικοί τύποι, οι οποίοι περιέχουν ολικές αζωτούχες ουσίες από 20% έως 44%. Όσο μεγαλύτερο το ποσοστό αζωτούχων ουσιών, τόσο μεγαλύτερη η απορροφητικότητα τους και τόσο μεγαλύτερο το ποσοστό σογιάλευρου που μπορούμε να αντικαταστήσουμε. Στα μηρυκαστικά μπορεί να δώσει λύσεις, ενώ στα μονογαστρικά έχει ορισμένους περιορισμούς, αλλά γενικά χρησιμοποιείται αρκετά. Δυστυχώς στην Ελλάδα δεν παράγονται όλοι οι τύποι ηλιάλευρου, αλλά η διαθεσιμότητά τους είναι αρκετά μεγάλη, καθώς παράγονται μεγάλες ποσότητες στις γειτονικές Βαλκανικές χώρες, σε ικανοποιητικές τιμές.
DDGS
Η οινοπνευματοποιία για την παραγωγή αιθυλικής
αλκοόλης επεξεργάζεται αμυλούχες πρώτες ύλες. Τα
υποπροϊόντα τα οποία προέρχονται από σπέρματα σιτηρών,
χρησιμοποιούνται στην διατροφή των ζώων. Είναι τα αποξηραμένα
αποστάγματα σιτηρών με διαλυτά συστατικά (Distillers Dried Grains with Solubles, DDGS), που περιέχουν 28-32% ολικές αζωτούχες ουσίες, 5-10% λιπαρές ουσίες, τιμές που μπορεί να διακυμανθούν, κυρίως λόγω των διαφορετικών τεχνικών παραγωγής τους, στα
διάφορα εργοστάσια ανά τον κόσμο, ακόμα και έτσι όμως θεωρούνται αξιόλογη
εναλλακτική λύση. Τα τελευταία χρόνια επεκτάθηκε η χρήση τους και στην Ελλάδα, εξαιτίας της δημιουργίας τέτοιων εργοστασίων παραγωγής σε γειτονικές Βαλκανικές χώρες. Μπορούν να αντικαταστήσουν μεγαλύτερο ποσοστό σογιάλευρου από άλλες εναλλακτικές λύσεις, σε όλα τα είδη ζώων, έχουν υψηλή διαθεσιμότητα και ικανοποιητικές τιμές.
Λούπινο, Κουκί, Μπιζέλι και Ρεβύθι
Μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλα τα είδη ζώων, αλλά γενικά δεν προτιμώνται λόγω διαθεσιμότητας και ορισμένων διατροφικών περιορισμών. Υπάρχουν αρκετές δοκιμές που αναδεικνύουν τα πλεονεκτήματά τους και την ικανότητά τους να αντικαταστούν το σογιάλευρο, αλλά σε εμπορικό επίπεδο σπάνια χρησιμοποιούνται, ενώ οι τιμές τους πολλές φορές δεν είναι συμφέρουσες. Μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν λύσεις για κτηνοτρόφους που καλλιεργούν δικά τους χωράφια, ειδικά με όχι και τόσο παραγωγικά εδάφη, καθώς μπορούν να αποδώσουν καρπούς με ικανοποιητικό πρωτεϊνικό περιεχόμενο (23-37%), χωρίς μεγάλες απαιτήσεις.
Πεταλάς Αλέξανδρος,
Γεωπόνος,
Προϊστάμενος Εργ. Ζωοτροφών.